Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2009

Βατραχομυομαχία=λασποπόλεμος

Ενα μικρό εύθυμο και θορυθώδες έπος μου ήρθε στο μυαλό αυτές τις ημέρες. Εχει τον τίτλο ''Βατραχομυομαχία'' και σώθηκε ως τις μέρες μας από την αρχαία Ελλάδα. Τώρα γιατί το θυμήθηκα αυτά τα τελευταία εικοσιτετράωρα, είναι προς διερεύνηση....


Ο αφηγητής ήθελε μάλλον να φτιάξει μια παρωδία της Ιλιάδας του Ομήρου. Μέσα σε 300 στίχους αφηγήθηκε ένα λυσσαλέο πόλεμο μεταξύ των βατράχων που παροικουσαν ένα έλος και των ποντικών που ζούσαν τριγύρω.

Ιστορητές εκείνων των καιρών -όπως καταλαβαίνετε είχαν κι αυτοί τους δικούς τους ανταγωνισμούς κι έριδες- ισχυρίστηκαν οτι η υπόθεση βασίστηκε σε ένα μύθο του Αισώπου. Η κατοχύρωση των πνευματικών δικαιωμάτων έπασχε απο τότε, έτσι κι αλλιώς. Λοιπόν, όλα ξεκίνησαν οταν ένας βάτραχος καλεί έναν ποντικό να παίξουν μαζί στα λασπόνερα. Πάνω στο παιχνίδι όμως ήρθε η κακιά στιγμή, κι ο ποντικούλης πνίγηκε!

Το συμβάν έγινε αφορμή να κηρύξουν οι ποντικοί τον λασποπόλεμο στους βατράχους! Κάπως έτσι γίνεται πάντα. Οι θεοί στην αρχή ήταν ουδέτεροι, όμως όταν είδαν τα σκουρα επενέβησαν για να σώσουν τους βατράχους. Οι νικητές ποντικοί δεν υποχώρησαν, ούτε και όταν τους απείλησε ο κεραυνός του Δία! Μόνον η αναπάντεχη είσοδος ενός στρατού από καραβίδες, τους έτρεψε σε φυγή.


Η εποχή της συγγραφής του ποιήματος δεν έχει καθορισθεί με βεβαιότητα, πιθανολογείται όμως ότι γράφτηκε είτε την εποχή των Περσικών Πολέμων, είτε κατά την Ελληνιστική εποχή. Πάντως ο Πίγρης, κατα πως φαίνεται ποιητής μιμείται σε όλα τον Όμηρο για να τον παρωδήσει: μιμείται το ύφος, τις διηγήσεις, τους ήρωές του. Το έπος ήταν δημοφιλές στην αρχαιότητα, στο Βυζάντιο, και στην Αναγέννηση. Μπορεί να μην διακρίνεται για τη φαντασία του, αξίζει όμως ως το μοναδικό «ζωικό έπος» στην ελληνική λογοτεχνία.

Ο φιλόλογος Ι.Κακαβούλιας λέει:''Δεν είναι φυσικά έργο του Ομήρου, όπως θέλησε να το παρουσιάσει η παράδοση. Γιατί, εκτός από την κατωτερότητά του, κανένας ποιητής δεν διακωμώδησε ποτέ τον εαυτό του ή το έργο του. Και η Βατραχομυομαχία διακωμωδεί την Ιλιάδα''

Σοφή η παρατήρηση. Προφανώς, αυτοί που διακωμωδούν το έργο τους, δεν έχουν κάνει κανένα έργο .....

Επίσης ο πόλεμος της λάσπης, καλά κρατεί ώσπου να έρθει εκείνος ο κεραυνός απο πάνω. Στην περίπτωσή μας, η ετυμηγορία την Κυριακή.

Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2009

Μύθοι και Πολιτική

Οι αρχαίοι Έλληνες γνώριζαν καλά να διηγούνται υπέροχους μύθους και να περιγράφουν έτσι τα ανθρώπινα πάθη. Ιδιαίτερα συναρπαστικοί είναι οι μύθοι των μεταμορφωμένων ανθρώπων σε ζώα, συνήθως ως ποινή για τα σφάλματά τους και την ασέβεια απέναντι στους Θεούς.

Λαμπρό παράδειγμα η νεαρή Αθηναία Μύρμηξ, που έπιαναν τα χέρια της, αλλά η έπαρσή της την έκανε να κοκορεύεται δημόσια, ότι είχε εφεύρει το άροτρο. Όπως όμως είναι γνωστό από την ελληνική παράδοση, η Θεά Αθηνά ήταν εκείνη που πρόσφερε το άροτρο στους θνητούς. Και τιμώρησε την αλαζονεία της κόρης μεταμορφώνοντας τη σε μυρμήγκι. Όμως ο Δίας που είχε βάλει στο μάτι την όμορφη Αθηναία, της έδωσε χάρη.



Σε έναν άλλο μύθο, η Αράχνη, κόρη του βαφέα Ίδμονα από την Κολοφώνα, ήταν εξαιρετική υφάντρα. Η τέχνη της ήταν ξακουστή στα πέρατα της οικουμένης. Το τάλαντό της το χρωστούσε στην Αθηνά. Όμως η άμυαλη κόρη αρνιόταν να εκφράσει την ευγνωμοσύνη της στην Θεά και τόλμησε μάλιστα να την προκαλέσει σε διαγωνισμό υφαντικής.

Η Αθηνά πήρε τότε προσεκτικά κοντά της το υφαντό της Αράχνης, κεντημένο με τους έρωτες του Δία, και τυφλωμένη από την ζήλια για το τέλειο εργόχειρο, το έσκισε και χτύπησε με το αδράχτι της την νεαρή υφάντρα στο πρόσωπο. Η Αράχνη ντροπιασμένη, επιχείρησε να κρεμαστεί (Η ευθιξία ήταν από τις απαράβατες Αρχές στη Μυθολογία, βλέπετε)…. Η Θεά όμως την εμπόδισε και την μεταμόρφωσε στο γνωστό έντομο. Από τότε ζει καταραμένη να υφαίνει κρεμασμένη και τιμωρημένη για την αλαζονεία της.



Σήμερα στον τόπο που άνθησαν οι μύθοι των Ελλήνων, βιώνουμε μια σύγχρονη μορφή μυθολογίας της νεοελληνικής κοινωνίας. Από τη μία έχουμε τους αιώνιους αθεράπευτα ψυχοπαθείς του τόπου, τους της ριζοσπαστικής αριστεράς που αφού κατέφαγαν τις σάρκες τους για το διακύβευμα της εκπροσώπησης στον εκλογικό στίβο, σε μία αποθέωση της δύναμης της εσωτερικής δημοκρατίας, τώρα προχωρούν με χαμόγελο και αυτοπεποίθηση.

Παραπέρα, ο απόλυτα υπερτιμημένος πρωθυπουργός που οδεύει πάντα με γνώμονα το εθνικό συμφέρον, βαδίζει και στηρίζεται μόνο στη δική του προσωπικότητα, απόλυτα εναρμονισμένος με τη μοίρα της Αράχνης. Και αν η μυθική υφάντρα κατείχε την τέχνη της, μα τη συνέτριψε η Θεά, ετούτος ο καταρρακωμένος άνθρωπος, προχωρεί θλιβερά μόνος, γυμνός, δίχως τα στολίδια των μίντια που τον εγκατέλειψαν γρήγορα κι αυτά, έτοιμος να παραδώσει τη σκυτάλη στον φρέσκο, τον καταλληλότερο, πρώην παιδί που τώρα ενηλικιώθηκε και μιλά όμορφα με λεξιλόγιο περίτεχνο.

Τα χρόνια του στο στίβο της πολιτικής δεν μαρτυρούν ανανέωση, είναι όσο παλιός είναι και κάποιοι άλλοι, μα εκείνος ευαγγελίζεται καινοτομία και μέλλον λαμπρό. Αν και αυτή τη φορά πάλι θριαμβεύσουν οι Μύθοι, τότε η ενδεχόμενη αλαζονεία και έπαρση θα φέρουν ξανά τιμωρία, διαπόμπευση και τελικά λήθη. Κι έτσι, πάλι οι άνθρωποι θα μεταμορφωθούν σε ζώα, κουρασμένα, θλιβερά, γερασμένα και καταδικασμένα να γνέθουν ιστούς ή να σέρνονται στη γη.....

Τρίτη 15 Σεπτεμβρίου 2009

Αίσωπος. Ενας μάγος του προφορικού λόγου



Αφήνοντας πίσω του έργο γεμάτο παραβολές και αλληγορίες, ο μεγάλος μυθοποιός έζησε ζωή ταλαίπωρη και δύσκολη, μοιρασμένη σε μύθους, όχι όμως σαν κι αυτούς που μας άφησε.

Ο Αίσωπος γεννήθηκε στην περιοχή της Φρυγίας το 600 περίπου π.Χ. Ήταν κακομούτσουνος και δούλευε σε κάποιον κτηματία σαν δούλος. Μια μέρα, που είδε τον επιστάτη να χτυπάει άδικα έναν δούλο, έσπευσε να βοηθήσει. Με υπερβάλοντα ζήλο ο επιστάτης τον κατηγόρησε στο αφεντικό που με τη σειρά του, τον πήγε στην αγορά της Εφέσσου να τον πουλήσει!


Τυχερός μέσα στην ατυχία του, έγινε προϊόν αγοράς απο τον σοφό Ξάνθο από την Σάμο, που εκτίμησε το έξυπνο βλέμα του και τον πήρε μαζί του. Ο Αίσωπος, άρχισε να ταξιδεύει με το νέο του αφεντικό και να γνωρίζει τον κόσμο.

Κάποτε έφθασαν και στην περιοχή των Δελφών όπου επισκέφθηκαν το περίφημο Μαντείο. Ο Αίσωπος ειρωνεύτηκε τους ιερείς του Μαντείου ότι μαντεύοντας πλουτίζουν, και τους κατοίκους των Δελφών ότι αντί να καλλιεργούν τα κτήματά τους ζούσαν από τα αφιερώματα των προσκυνητών του Μαντείου.


Φαντάζεστε έναν παραμυθά σήμερα να κάνει κάτι παρόμοιο; Ή μήπως οι μέρες μας είναι διαφορετικές; Η συνέχεια ήταν περίπου, αυτό που περιμένετε...

Το θράσος εξόργισε τους ιερείς του Μαντείου οι οποίοι τον παγίδευσαν, βάζοντας ένα χρυσό ποτήρι στις αποσκευές του, και κατόπιν τον κατηγόρησαν για κλέφτη κι ιερόσυλο! Έτσι τον δίκασαν άδικα και τον καταδίκασαν σε θάνατο, ρίχνοντας τον από τις απόκρημνες κορυφές των Φαιδρυάδων. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Απόλλωνας τιμώρησε την αδικία τους στέλνοντας στους κατοίκους των Δελφών μεγάλη πείνα και λιμό. Αυτοί τότε για να εξιλεωθούν, έστησαν μια μαρμάρινη στήλη προς τιμήν του Αισώπου.

Λέγεται ότι ο Αίσωπος είπε τους μύθους του με σκοπό να υποστηρίξει την αθωότητά του στο δικαστήριο. Στους μύθους του φαίνεται το ευρύ, παρατηρητικό του πνεύμα κι η ικανότητά του να διδάσκει σοφά πράγματα μέσα απο μικρές απλές ιστορίες. Η φήμη του έφθασε στα πέρατα της γης, κοντά του έφθαναν ακόμη και πονεμένοι που ήθελαν με λόγια απλά να γιατρέψουν τους καημούς τους.

Δεν ξέρω γιατί ήθελα να μιλήσω για το μεγάλο παραμυθά και την ιαματική λειτουργία των παραμυθιών. Ισως γιατί τα παραμύθια των ημερών μας κουράζουν, παρά να δίνουν λύσεις και αρμονία πνεύματος....

Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2009

...Λόγια...

Μύθι μύθι παραμύθι, ακούμε πολύ αυτές τις ημέρες, τις πολιτικές.
Τα λόγια πετουν ψηλά.



Δεν απέχω βέβαια γι αυτό το λόγο, αλλά γιατί έχω τεχνικό πρόβλημα και προσπαθώ να το αντιμετωπίσω.

''Κλικ'' για σχόλιο επάνω στην ''ώρα''.

Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2009

αυταπάτη κόντρα στη μιζέρια



Ωδή στο όνειρο και στο παραμύθι ήταν η παράσταση ''Δον Κιχώτης'', βασισμένη στο πολυδιαβασμένο έργο που γράφτηκε περίπου το 1600 και αυτό το καλοκαίρι μας ξαναθύμισε τον μεγάλο ισπανό παραμυθά Μιγκέλ ντε Θερβάντες.

Ο Don Quijote De la Mancha δεν ήταν ένας τρελλός που ήθελε να λέγεται ιππότης, αλλά ήταν ένας νοσταλγός του ρομαντισμού, της αξιοπρέπειας, ένας ευφάνταστος ευπατρίδης που μισούσε τη μιζέρια του κόσμου που ζούσε και προτιμούσε να τη βλέπει με τα δικά του μάτια, αρνούμενος τον τίτλο ''τρελλός'' ή ''παραλογισμένος''.

Για τους μελετητές του έργου, ο ήρωας έμοιαζε πολύ στον συγγραφέα του, και η αλήθεια είναι οτι και ο Θερβάντες πέθανε ως άγνωστος, ξεχασμένος και πεινασμένος, αν και στα τελευταία του ένας μαικήνας της εποχής είχε επιχειρήσει να τον διασώσει απο τη φτώχεια.

Η ιστορία του ίδιου του συγγραφέα μοιάζει να συρρικνώνεται σε μια αράδα που υπάρχει μέσα στο έργο οτι ''όσο υπάρχει ζωή, υπάρχει ελπίδα. Οταν δεν υπάρχει ελπίδα, υπάρχει θάνατος''.



Έχοντας καταξιωθεί σαν ένα έργο βαθιά ουμανιστικό και συνάμα πολυδιάστατο, ο «Δον Κιχώτης», είναι μια πολύτιμη παρακαταθήκη της παγκόσμιας λογοτεχνίας που καταπιάνεται με το θέμα της αυταπάτης --προσωπικής είτε συλλογικής-- αλλά και της αιώνιας διαμάχης ανάμεσα στη φαντασία και τη λογική.

Ένα έργο αλληγορικό, αντισυμβατικό, πολλαπλών προσεγγίσεων, που μας ταξιδεύει στη διάσταση του ανθρωπισμού, της αρετής, της γενναιότητας, της υπερβατικής λύτρωσης, των οραματισμών και των υψηλών φρονημάτων, αλλά και της αποτυχίας ως ανθρώπινο χαρακτηριστικό, και την ίδια στιγμή μας μαθαίνει πως η αποτυχία αποτελεί ένα ουσιώδες συστατικό, ένα χρήσιμο εργαλείο για την οικοδόμηση του μέλλοντος, τόσο του ατομικού όσο και γενικότερα αυτού που αποκαλούμε κόσμο και μας περιβάλλει.

Έργο μεγαλειώδες, που ισορροπεί ανάμεσα στο τραγικό και το κωμικό, ο Δον Κιχώτης μας λέει πολλά σήμερα στις εποχές που διανύουμε σήμερα. Το παραμύθι του πίστεψε με πάθος και ο στενός του φίλος Σάντσο Πάντσα που τον ακολούθησε πιστά ως το τέλος. Πόσοι άλλοι θα ήθελαν να το κάνουν....




Η ερμηνεία του Γ.Κιμούλη ήταν εξαιρετική όπως και του Δ.Πιατά. Οι μουσικές του αγαπημένου μας Θάνου Μικρούτσικου συμπλήρωσαν τον καμβά που απολαύσαμε όσοι έτυχε να δουμε την παράσταση.

Η αφήγηση της ιστορίας γίνεται απο τον ίδιο τον Θερβάντες, που μαζί με τον Σάντσο και δέκα ακόμη συγκρατούμενους δραπετεύουν από τη φυλακή. Βρίσκονται σε μια ερημική παραλία περιμένοντας κάποιο καράβι που θα τους πάει πίσω στην πατρίδα τους την Ισπανία. Η αφήγηση για τις περιπλανήσεις του ιππότη, ξετυλίγονται στη διάρκεια μιας νύχτας και επηρεάζουν βαθιά όλους. Όταν ξημερώνει και το καράβι δεν εμφανίζεται, η συντροφιά πρέπει να πάρει αποφάσεις. Ο Θερβάντες, ακολουθώντας τα χνάρια του Δον Κιχώτη, θα πάει εκεί όπου δεν πάει ο νους του ανθρώπου.

Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2009

Απληστία

Σε πείσμα των ημερών που θέλουν να λέγονται ''πολιτικές'', εγώ θα μιλήσω για το βιβλίο της Γελφρίντε Γέλινεκ ''ΑΠΛΗΣΤΙΑ'', κι όποιος θέλει κάνει ελεύθερα τους συνειρμούς του...

Προικισμένη και αμφιλεγόμενη η αυστριακή συγγραφέας, που βραβεύτηκε με το Νόμπελ λογοτεχνίας το 2004, στο βιβλίο της αυτό δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας στην αποκρυπτογράφηση του συναισθήματος της απληστίας. Του χωροφύλακα Κουρτ Γιάνις πρώτιστα, ομοφυλόφιλου καταπιεσμένου απο την επιθυμία του να αποσπάσει απο τις ερωμένες του τα σπίτια τους, άλλωστε το σπίτι ταυτίζεται συχνά με το σώμα. Απληστες και οι ερωμένες του, άπληστες οι τράπεζες και τα δάνεια, άπληστος και ο πολιτισμός μας απέναντι στη Φύση την οποία εκμεταλλεύεται ασύστολα με αποτέλεσμα την καταστροφή της.....

Ως μουσικός σπουδαγμένη στη Βιέννη και θεατρολόγος ταυτόχρονα, η Γέλινεκ μπαίνει με τρόπο αριστοτεχνικό στο πετσί του πρωταγωνιστή της και των ''θυμάτων'' του, αλλά αυτό δεν σημαίνει οτι πρόκειται για ένα ευκολοδιάβαστο βιβλίο. Μάλλον το αντίθετο.



Με τον ιδιότυπο φεμινισμό της, καταφεύγει συχνά στον παντογνώστη αφηγητή ο οποίος σχολιάζει κυνικά κι ενίοτε χυδαία, τα τεκταινόμενα. Η απληστία κυριαρχεί κι εμποδίζει τις ανθρώπινες σχέσεις. Δημιουργεί αδιέξοδο.

Οι γνώσεις της Γέλινεκ στη μουσική όμως, της κέντησαν πολλά ταλέντα. Σε πολλά σημεία της ιστορίας της και με διαφορετικές αφορμές, η Γέλινεκ ''ακούει'' και μεταφέρει στον αναγνώστη της ζωντανά τον ήχο του νερού. Του νερού που κυλάει, ή που περιμένει κουλουριασμένο στη γούρνα του, που χάνει την ισορροπία του απο τα χημικά που πέφτουν μέσα του, που τροφοδοτεί υδρόβια φυτά και οργανισμούς, που γίνεται μοχθηρό και βιαστικό, που δημιουργεί λίμνες και λιμνοθάλασσες για να καταπίνει τον ήλιο, που μένει στάσιμο κρύβοντας μυστικά, που ξεγελάει με τη γυάλινη επιφάνειά του, που ξεχύνεται και επεκτείνεται σα να θέλει να διαδόσει τη δόξα του, που μετατρέπεται σε τάφο και φυλάει κρυμμένα μυστικά, που μουγκρίζει, σωπαίνει, κελαρύζει, που πρωτοστατεί στην ορχήστρα της φύσης.

Το διάβασα εν μέσω πυρκαγιών και το τέλειωσα εν μέσω πολιτικών εξελίξεων. Γιατί βρίσκω να έχει σχέση και με τα δύο αυτά;