Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2010

Τσοκλης στην Κωνσταντινούπολη



Μια μερα σημαδιακή, την 25η του Μάρτη, παρουσιάζεται στο Σισμανόγλειο της Κωνσταντινούπολης η νέα δουλειά ενός μεγάλου έλληνα καλλιτέχνη, του Κώστα Τσόκλη.

Η έκθεση, βασισμένη σε έργα τα οποία ο καλλιτέχνης εμπνεύστηκε απο τις καταστροφικές πυρκαγιές του 2007, παρουσιάζεται στο Σισμανόγλειο Μέγαρο της πολυσύχναστης οδού Ιστικλάλ, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για τον γιορτασμό της Κωνσταντινούπολης - Πολιτιστικής Πρωτεύουσας του 2010.

Στην πραγματικότητα, επτά χρόνια μετά την έκθεσή του «Αναστάσεις» στο Τοπ Χανέ της Πόλης ο έλληνας καλλιτέχνης επιστρέφει.



Η τέχνη πάντοτε παρηγορεί και σώζει. Σώζει μνήμες, μα και ψυχές και άλλα. Και τώρα, και άλλοτε, και πάντα, ο συμβολισμός έχει πολύ μεγάλη αξία, πολύ μεγαλύτερη απο αυτήν που βλέπει το μάτι το γυμνό.

Ο συμβολισμός είναι η φωτιά και ότι συμπαρασύρει στο διάβα της, μαινόμενη, οργισμένη, ασταμάτητη.



Με τίτλο «Η απρονοησία του Προμηθέα», η νέα δουλειά του Κώστα Τσόκλη διοργανώνεται από το Σισμανόγλειο, το Γενικό Προξενείο της Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη και την Κωνσταντινούπολη- Πολιτιστική Πρωτεύουσα Ευρώπης και «βάζει φωτιά» σε έναν φορτισμένο ιστορικά χώρο της Πόλης.

Είναι ένας καλλιτέχνης που στα ογδόντα του χρόνια, συνεχίζει να βρίσκεται σε διαρκή δράση και διατηρεί πάντοτε τον διακαή του πόθο για συμμετοχή σε σημαντικά γεγονότα. Εκτιμώ επίσης το γεγονός οτι φέρνει την τέχνη κοντά στον περαστικό, τον ανυποψίαστο, τον βιαστικό και είμαι σίγουρη οτι έχει πολύ μεγάλη αξία οτι λίγα χρόνια μετά τις ''Αναστάσεις'' οι Τούρκοι στρέφονται στον Τσόκλη.

Διάβαζα κάπου οτι «από το 1985 ο Κώστας Τσόκλης ασχολείται με αυτό που αποκαλούμε “ζωντανή ζωγραφική”, δηλαδή το πάντρεμα τεχνολογίας και τέχνης. Πάνω στην ίδια βάση συνεργάστηκε με τον σκηνοθέτη Χρόνη Πεχλιβανίδη και τον αρχιτέκτονα και φωτογράφο Γιώργο Τριανταφύλλου για τη συγκεκριμένη έκθεση, όπου περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, αποφθέγματα του Τσόκλη γραμμένα στα τουρκικά, προβολή φωτογραφιών που με τη χρήση συγκεκριμένων τεχνικών μοιάζουν να “καίγονται” κτλ.

Η έκθεση καταλαμβάνει ένα μεγάλο μέρος του κτιρίου του Σισμανόγλειου και αποσκοπεί στη σύσφιγξη των σχέσεων των δύο χωρών, στην ανάδειξη της σημασίας της επιστροφής του Κώστα Τσόκλη στην Κωνσταντινούπολη και στην υπογράμμιση της ελληνικής συμμετοχής στις εκδηλώσεις της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας 2010».

ΠΟΥ ΚΑΙ ΠΟΤΕ
Κώστας Τσόκλης: «Η απρονοησία του Προμηθέα», Σισμανόγλειο Μέγαρο Κωνσταντινούπολης η Διάρκεια: 25 Μαρτίου- 23 Μαΐου 2010

Τρίτη 23 Φεβρουαρίου 2010

Ο πονηρός Σίσυφος

Κάποιος μου θύμισε την ιστορία του πονηρού Σίσυφου. Κάθε πρωί λοιπόν, αυτός ο μυθικός βασιλιάς της Κορίνθου, πήγαινε σ’ ένα ψηλό βράχο, στον Ακροκόρινθο, και από εκεί αγνάντευε πέρα μακριά με το αετίσιο του μάτι, από το οποίο τίποτα δεν ξέφευγε. Γνώριζε μυστικά όχι μόνο των ανθρώπων, αλλά και των θεών.

Μια μέρα ο ποταμός Ασωπός, τον παρακάλεσε να του αποκαλύψει αν γνώριζε κάτι για την αρπαγή της κόρης του, Αίγινας. Τον ικέτεψε και γι αυτό του προσέφερε μια αστείρευτη πηγή νερού, για να χορταίνει τη δίψα του στο ψηλό βουνό. Τότε ο Σίσυφος, ξεχνώντας τους ενδοιασμούς που είχε, του αποκάλυψε ότι την Αίγινα την είχε αρπάξει ο Δίας.

Ο Δίας, όμως, οργίστηκε και του έστειλε το Θάνατο, τον οποίο όμως ο πονηρός Σίσυφος, κατάφερε να δέσει με χοντρές και σιδερένιες αλυσίδες στα Τάρταρα. Από τη μέρα εκείνη μέχρι και την ημέρα της αποδέσμευσής του από το θεό Άρη, λέγεται ότι κανένας στη γη δεν πέθαινε, με αποτέλεσμα να υπάρχουν προβλήματα υπερπληθυσμού, αλλά και έλλειψης ανανέωσης, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια κατάσταση τόσο περίεργη, που ακόμη και φρικτά σακατεμένοι άνθρωποι και ζώα περιφέρονταν παντού σαν να μη συνέβαινε τίποτα. Τότε, ο Άρης, ο μόνος από τους θεούς που είχε φιλικές σχέσεις με το Θάνατο, αποφάσισε να δώσει ένα τέρμα σε αυτή την κατάσταση.

Όταν ο Σίσυφος οδηγήθηκε από τον Άρη με τη βία στον Άδη, του ζήτησε μια τελευταία χάρη, την οποία ο ανύποπτος Θάνατος του επέτρεψε: να αποχαιρετίσει τη γυναίκα του. Στην πραγματικότητα, όμως, είχε το σχέδιο του ο Σίσυφος. Ζήτησε λοιπόν απ’ την Περσεφόνη, να αφήσει άταφο το σώμα του .

Αργότερα, επιχειρηματολογώντας ότι ήταν άταφος και θα έπρεπε να ταφεί, ζήτησε να μπορέσει να επιστρέψει στον πάνω κόσμο, δήθεν για να τιμωρήσει τη γυναίκα του, που δεν του είχε αποδώσει τις απαιτούμενες τιμές.
Όταν λοιπόν παρουσιάσθηκε μπροστά στην Περσεφόνη, της έδωσε υπόσχεση ότι θα επέστρεφε αμέσως πίσω, γι’ αυτό κι εκείνη, και του επέτρεψε τη φυγή για τρεις μόνο μέρες. Όμως, ο Σίσυφος ξεγέλασε και την Περσεφόνη, αρνούμενος να επιστρέψει . Τελικά, όταν σκοτώθηκε σε μάχη με τον Θησέα, καταδικάστηκε στο ατέρμονο βασανιστήριο να σπρώχνει μια τεράστια πέτρα σε ένα πανύψηλο βουνό και, μόλις έφτανε την κορυφή του, αυτή να γλιστρά και να πέφτει, έχοντας ως συνεπακόλουθο ο Σίσυφος να αναγκάζεται να επαναλαμβάνει από την αρχή τη δοκιμασία, ξανά και ξανά... αιώνια ...

Μαζί με τον Τάνταλο, θεωρούνται ως οι πιο τιμωρημένοι νεκροί στον Άδη. Την τιμωρία τους την επέβαλαν οι Κριτές των Νεκρών. Ομολογουμένως, πολύ παράξενη ιστορία ...

Εγκλημάτισε ο Σίσυφος μόνο και που σκέφθηκε να αντισταθεί στο Θάνατο. Κατόρθωσε να τον νικήσει και να ανατρέψει τη φυσική τάξη. Κατάφερε να κάνει πραγματικότητα ένα από τα πιο ουτοπικά όνειρα ολόκληρης της ανθρωπότητας, χωρίς όμως να σκέφτεται τις συνέπειες της πράξης του.


Ίσως στο μέλλον να είναι εφικτό αυτό, χωρίς όμως αρνητικά αποτελέσματα. Προς το παρόν, δεν ισχύει. Οι ανατροπές οι μεγάλες, στις μέρες μας κοστίζουν. Γι αυτό και τις φοβούνται όλοι, κι ας τις ευαγγελίζονται.....

Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2010

κουδούνια κρεμασμένα




Τώρα που τέλειωσαν τα μασκαριλίκια, ας στρέψουμε το βλέμμα στις ιστορίες της ζωής. Εκεί άλλωστε υπάρχουν κρυμμένοι και μασκαράδες απο αυτούς που φορούν τις μάσκες όλο το χρόνο. Και τους ανεχόμαστε.....



Διπλα μου έχω μια οικογένεια που αγωνίζεται να κατακτήσει την καθημερινότητα. Δυο άνθρωποι προσπαθούν να μεγαλώσουν τα παιδιά τους, δείχνοντάς τους ποιό είναι το σωστό, ποιό το λάθος. Ποιό είναι το δίκαιο, ποιό το άδικο. Στην αρχή τα παιδάκια άκουγαν προσεκτικά τους γονείς τους. Μια μέρα όμως το ένα παιδί αναρωτήθηκε. ''Γιατί να είμαι δίκαιος σε μια άδικη κοινωνία;'' Η μαμά δεν μπόρεσε να απαντήσει με πειστικότητα, και ο μπαμπάς που γυρίζει κάθε βράδι κουρασμένος δεν έχει πολλή όρεξη για συζητήσεις....

Παραδίπλα μένει ένας ηλικιωμένος. Συνταξιούχος. Χρόνια τώρα μόνος, με αξιοπρέπεια και με λίγα χρήματα τα καταφέρνει. Δούλεψε μια ζωή σκληρά, τιμώντας τη στολή της δουλειάς του, κι έχει μάθει να είναι παλικάρι. Τον βλέπεις να περπατά καμαρωτός δυο φορές την εβδομάδα να γυρίζει απο το φούρνο της γειτονιάς με μια φρατζόλα ψωμί στο χέρι κι ένα γάλα. ''Καλημέρα σας'' λέει με χαμόγελο κι ύστερα κρύβεται στη γωνιά του. Το βράδι το λιγοστό φως σβήνει νωρίς....

Η κυρία με το αγοράκι που μένει πιο πέρα, δεν εμφανίζεται ποτέ με το φως της ημέρας. Βγαίνει πάντα τη νύχτα, αφήνοντας το παιδί μόνο να κοιμάται. Επιστρέφει πρωί-πρωί. Κάποιοι λένε οτι κάνει πονηρές δουλειές και κάποιοι άλλοι οτι δουλεύει διπλοβάρδιες σαν καθαρίστρια για να τα φέρει βόλτα. Η αλήθεια είναι αμείλικτη. Ενα παιδί μεγαλώνει μόνο, τρώει φαγητό τριών και τεσσάρων ημερών, διαβάζει ή δεν διαβάζει τα μαθήματά του, βγαίνει στο δρόμο τα απογεύματα κι αν βρει παρέα, παίζει λίγο ποδόσφαιρο και δεν έχει αποφασίσει ακόμα τί θα γίνει όταν θα μεγαλώσει...

Μια γιαγιά που μένει στον κάτω όροφο ασχολείται μαζί του μόνο. Του μαγειρεύει, το φωνάζει να μπει μέσα τα βράδια για ύπνο. Πού να βρει χρόνο κι αυτή! Την έχουν φάει τα κεριά και οι εκκλησίες. Τρέχει στα μοναστήρια και προσεύχεται γεμίζοντας τα παγγάρια με τα λιγοστά ευρώ που βγάζει απο ένα μισοάδειο πορτοφόλι. Ευελπισθεί οτι κάποτε θα της τα επιστρέψει διπλά και τριπλά. ''Ας χαρίσει τη μισή της περιουσία στο κράτος αν θέλει να μας σώσει η εκκλησία σου'', της λέει ο εγγονός.....





Το επόμενο σπίτι έμεινε κενό απο τότε που τα παιδιά μεγάλωσαν και αναζήτησαν την τύχη τους αλλού. Είδαν κι απόειδαν, τα μάζεψαν κι έφυγαν. Δεν ήθελαν δα να ντρέπονται, αφού ο πατέρας τους που τόσο προσπάθησε κάποτε να αντιμετωπίσει τα οικονομικά του προβλήματα, κατέφυγε στο ''απονενοημένο''. Μετά απο αυτό, έφυγε απο τη ζωή με το ''στιγμα'' του κλέφτη. Ακόμα θα θυμούνται εκείνο το πρωινό, που ο κρατικός λειτουργός τους κτύπησε την πόρτα για να τους ανακοινώσει οτι καταζητείται για διασπάθιση δημόσιου χρήματος απο την υπηρεσία όπου εργαζόταν. ......


Η έπαυλη της παρακάτω γωνίας σου δίνει την αίσθηση οτι ο χρόνος κυλάει αλλιώς. Το καλοκουρεμένο γκαζόν και τα φουντωτά πευκοειδή σου εμπνέουν ηρεμία, όμως την ώρα που το σχολικό λεωφορείο ενός ακριβού ιδιωτικού σχολείου κάνει στάση απ ' έξω, μια φωνή έρχεται να σου χαλάσει την εικόνα. Το παιδί μπαίνει στό λεωφορείο κι εκείνο ξεκινά, κι εγώ ακούω μια υστερική γυναίκα να φωνάζει, χτύποι ακούγονται σαν απο αντικείμενα που πέφτουν και την ώρα που σηκώνεται η αυτόματη πόρτα του γκαράζ για να βγει ένα πολυτελές σκούρο αυτοκίνητο, καταφέρνω να την ακούσω να τον απειλεί. ''Θα σε καρφώσω στην εφορία, μόνον έτσι καταλαβαίνεις εσύ''...





Πολλές ιστορίες κρύβονται γύρω μας και σαν απο σύμπτωση μαγική, όλες έχουν σχέση μεταξύ τους. Στην Ελλάδα του σήμερα, τα παιδιά αναρωτιούνται γιατί να πασχίζουν να μπουν στα πανεπιστήμια, αφού πρόκειται για ιδρύματα διαλυμένα και υποβαθμισμένα. Αναρωτιούνται ακόμα και για αξίες της ζωής που κάποτε θεωρούνταν δεδομένες.

Μεγαλώνουν εκπαιδευόμενα στο ψέμα και την υποκρισία. Βλέπουν τους επαγγελματίες να αναζητούν τρόπους να ξεφύγουν απο τις δαγκάνες της εφορίας, τους μισθωτούς να αναζητούν τρόπους να ''βγάλουν'' το κάτι παράπάνω, τον μαγαζάτορα της γωνίας να τα κλέβει όταν αγοράζουν μπισκότα, τους γονείς τους να δουλεύουν μέρα - νύχτα αλλά αυτό να μην είναι αρκετό για να ζήσουν καλά.

Βλέπουν ακόμα διάφορους μασκαράδες να δίνουν υποσχέσεις, να ''αναλαμβάνουν'' δήθεν τις ευθύνες τους, να μην ενοχλούν τους ''πλείστα έχοντες'' και να λένε διάφορα όμορφα λόγια για εθνική περηφάνεια......

Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2010

Στο Βασίλειο της Ειρήνης

Πολλές φορές τα παραμύθια ζουν μέσα μας, μα δεν το γνωρίζουμε. Κάπου γεννιούνται και κάπου ζουν, με τη βοήθεια ορισμένων και με την άγνοια άλλων.
Στη μουσική, στο δρόμο, στα χρώματα και στις ζωγραφιές, στη θάλασσα, στις σκέψεις, στα δάκρυα, στα χαμόγελα, στις παιδικές φωνούλες. Σαν να κρύβονται πίσω απο μια πόρτα ερμητικά κλεισμένη.

Μα ο χρόνος τρέχει και θες να την άνοίξεις την πόρτα. Θες να βγεις. Ή θες να μπεις. Ανάλογα με το κατα πώς το βλέπει κανείς....


Την ανοίγεις και προχωρείς. Κάνεις βήματα, πότε γρήγορα, πότε αργά. Μετά απο μέτρα, χιλιόμετρα, μέρες ή νύχτες, περιμένεις να φθάσεις, μα το ταξίδι είναι μακρύ κι έχει κινδύνους. Ενας κακός δράκος μπορεί να σε απειλήσει, ο φόβος θα σε κυριέψει κι εσύ θα κλάψεις, θα κλάψεις δυνατά για ξορκίσεις το κακό.



Με την ελπίδα οτι κάποιος θα φανεί για να βοηθήσει, θα φωνάξεις δυνατά, τόσο δυνατά που θα ξεπεράσεις και την ίδια σου τη φωνή. Και την ώρα που ίσως σκεφτείς οτι ήρθε το τέλος, ένας άγγελος με φτερά και μ 'ένα σπαθί κοφτερό θα έρθει να σβήσει τις απειλητικές διαθέσεις του κακού δράκου



Παίρνοντας βαθειά ανάσα, θα σκουπίσεις τα δάκρυα, αλλά πριν προλάβεις να τον χαιρετίσεις εκείνος θα έχει εξαφανισθεί γιατί έχει να ταξιδέψει για άλλο παραμύθι. Ύστερα πάλι θα ξεκινήσεις. Αν περάσεις βουνά, ή κάμπους, δάση ή θάλασσες, κανείς δεν θα το μάθει. Μετά απο μερόνυχτα θα φθάσεις σε ένα τόπο αποκομμένο απο τον κόσμο που ξέρεις. Σε έναν τόπο μαγικό


Τί είναι; Πού βρίσκομαι; Ας πάω καλύτερα πιο κοντά για να δω.....



Μα ναι! Τώρα το ξέρω! Βρίσκομαι στο βασίλειο της Ειρήνης. Την βλέπω τη λίμνη της εδώ μπροστά μου. Τα δάκρυα που τη γέμισαν μπορεί να είναι απο χαρά ή απο λύπη.



Ολα κυλούν σαν μια καλοστημένη παράσταση, σαν μια μαγική διαδρομή που έχει αρχή, μέση και τέλος.... Σκέψεις φωτεινές και γκρίζες, συναισθήματα που έχουν κορύφωση και πτώση, δυναμώνουν κι εξασθενούν, κι ύστερα πάλι σε ταξιδεύουν πάνω και κάτω και πέρα και δώθε.

Τη νύχτα διαδέχεται το ξημέρωμα. Η αυγή προοιωνίζει ένα ζεστό μεσημέρι. Κι ύστερα καταφθάνει πάλι το δειλινό, αυτό που χλωμό και λυπημένο καταλαγιάζει μπροστά στο βλέμμα για να υποδεχθεί τη νύχτα....



Εκείνη τη μέρα αποφάσισε να μη βουλιάξει. Να δώσει τη μάχη με τα κύματα. Και η θέληση έγινε ελπίδα. Και η ελπίδα, χέρι μαγικό απο τον ουρανό, που έσωσε το καράβι της Ειρήνης. Ετσι τώρα, μπορεί να βλέπει τον κόσμο μέσα σε ένα κόκκο άμμου και τον ουρανό μέσα σε ένα αγριολούλουδο.




Η έκθεση της Ειρήνης Μπογδάνου Μαϊλλη
με άφησε με την εντύπωση οτι πολλά παραμύθια κρύβονται εκεί γύρω της. Πέρασα ένα μεσημέρι απο την αίθουσα ArtZone42, κι έφυγα ευχαριστημένη γιατί διάβασα πολλές ιστορίες στα έργα της, μερικές μάλιστα σκαρφάλωσαν επάνω μου και με ''γράπωσαν'' σα να μου ζήτησαν να ''βγουν'' στο φως.


Της εύχομαι πάντοτε να ζει στο Βασίλειό της στιγμές χαράς και δημιουργικής έμπνευσης.