Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ψυχολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ψυχολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 21 Οκτωβρίου 2017

Ο Αχός της εποχής

Η ιστορία αφορά τη σύγκρουση ζωής και τέχνης.  Ποιος αντιλέγει; Τα γεγονότα πάντοτε αφήνουν τα ίχνη τους πάνω στην τέχνη.  Η ιστορία λοιπόν παρουσιάζει από τη μια πλευρά τη δύναμη, την υψηλή αδρεναλίνη και το θάρρος, κι από την άλλη τη δειλία, τον αναγκαστικό συμβιβασμό, την ταπείνωση και τον πόνο που την συνοδεύει. Το βιβλίο αναφέρεται στη ζωή και το έργο του Ντμιτρι Σοστακόβιτς και στη σχέση του με το σταλινικό καθεστώς.

 Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι η πρώτη φορά που ο Τζούλιαν Μπαρνς ασχολείται με βιογραφίες μεγάλων προσωπικοτήτων. Το είχε κάνει στο αξέχαστο "Παπαγάλο του Φλωμπέρ"  όπου μας εντυπωσίασε με διάφορα περιστατικά από τη ζωή του Γκυστάβ Φλωμπέρ, αποκαλύπτοντας την υποκειμενική του ματιά στην καταγραφή ενός ιστορικού γεγονότος, αλλά και στον τρόπο μετάδοσής του, η οποία μπορεί να διαφοροποιήσει τελικά το ίδιο το γεγονός, αυτό καθαυτό.

Όταν το καθεστώς ασκεί καταναγκασμό και τρόμο συνθλίβει την καλλιτεχνική ευφυΐα.  Το θέμα είναι ότι αν τελικά η ευφυΐα επιβιώσει, θα έχει ισοπεδωθεί;  Κατά πόσο η άσκηση βίας από το πολιτικό σύστημα τον υποτάσσει; ή μήπως η ηθική στάση του καλλιτέχνη που επιθυμεί να συνεχίσει να υπηρετεί την τέχνη του, τον ωθεί να μην υποταχθεί και να εξοριστεί, ή να θανατωθεί;   Και εν πάσει περιπτώσει πρόκειται για δειλία όταν επιλέγει κανείς να ζήσει, όπως ο Σοστακόβιτς κάτω απο συνθήκες τρόμου, υποχωρώντας σε απαιτήσεις της παράλογης αρχής;

Ο Τζουλιαν Μπαρνς , που έχει μια έντονη τάση αμφισβήτησης, αποδίδει μια ολόκληρη εποχή σε αυτό το υπέροχο πόνημα.  Η εποχή αυτή έβαλε τη σφραγίδα της σε πολλά σημεία του χάρτη, έκρινε το μέλλον μέχρι και το σήμερα, όρισε τις ζωές πολλών ανθρώπων και φυσικά όρισε και τις μετέπειτα σχέσεις του δυτικού κόσμου και την πρώην Σοβιετική Ένωση.   Γνωρίζοντας οτι "τούτη ήταν η χειρότερη εποχή" όπως γράφει χαρακτηριστικά, ο 30χρονος, την άνοιξη του 1937)  Σοστακόβιτς περιμένει για ώρα υπομονετικά, έξω από ένα ασανσέρ πολυκατοικίας του Λένινγκραντ, να έρθουν να τον συλλάβουν απο την Υπηρεσία Κρατικής Ασφάλειας.  Τι κι αν πρόσφερε μέχρι εκείνη τη στιγμή ευφρόσυνες στιγμές στα πλήθη, τι κι αν έπαιξε σονάτες σε βελουδένια σαλόνια; Τι κι αν "κολυμπούσε στις τιμές όπως η γαρίδες στη μαγιονέζα του κοκτέιλ" όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Μπαρνς.  Κανένας από όσους μεγαλοσχήμονες γνώρισε δεν  του ήταν χρήσιμος εκείνες τις ατέλειωτες στιγμές δίπλα στο ασανσέρ...

Χωρίς λόγια που θα έκαναν πολύ μελό θα ήθελα να αναρωτηθώ πώς βλέπουμε σήμερα κάποιον που δεν αντιστέκεται, δεν τηρεί "ηρωική" στάση απέναντι σε ένα καταπιεστικό καθεστώς.  Τι ακριβώς σημαίνει ένα τέτοιο πρόσωπο για το καθεστώς; Ποιο ήταν το λάθος που έκανε ο συνθέτης για να τραβήξει πάνω του το βλέμμα του Στάλιν;  Μήπως όλα συνέβησαν γιατί ένα έργο του προκάλεσε δυσαρέσκεια; Ίσως ο τρόμος άρχισε να προκαλείται όταν σε άρθρο της η "Πραβντα" είχε επικρίνει την όπερά του "Η Λαίδη Μπακμπεθ του Μτσενσκ" ως "μουσική-βαβούρα"...

Δεν πρόκειται για ιστορία που έχει μια ενιαία πλοκή. Πρόκειται για ένα έργο με τρίπρακτη δομή. Ο συγγραφέας έχει διαλέξει τρία συμβάντα-σταθμούς για τη ζωή του μεγάλου συνθέτη.  Τα παραπάνω περιέχονται στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου. Στο δεύτερο κεφάλαιο ο συνθέτης βρίσκεται επίσης σε μια πολύ δύσκολη στιγμή του. Σε μια ομιλία που έκανε στο Πολιτιστικό κι Επιστημονικό Συνέδριο για την Παγκόσμια Ειρήνη στη Νέα Υόρκη, αναγκάσθηκε να ισχυριστεί οτι το έργο του Ιγκόρ Στραβίνσκι, το οποίο ο Σοστακόβιτς εθαύμαζε, αποτελεί "παράδειγμα διαστροφής".  Τα συναισθήματα είναι καταιγιστικά.  Νοιώθει ενοχές, είναι ηττημένος και ταπεινωμένος απο τις τακτικές του ολοκληρωτικού πολιτικού συστήματος και κατανοεί οτι δεν μπορεί να γίνει κάτι και κανείς δεν μπορεί...



 Ίσως δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι από εκείνο το σημείο και μετά, η ταπείνωση είναι ολοκληρωτική.  Ο συνθέτης παρακολουθεί φροντιστηριακά μαθήματα μαρξισμού-λενινισμού και αποκηρύσσει κάθε είδος κοσμοπολιτισμού στην τέχνη. Ταυτόχρονα υπογράφει πολλές δηλώσεις μεταμέλειας, εκφωνεί ομιλίες -γραμμένες τις περισσότερες φορές από την KGB- εναντίον της καπιταλιστικής και ιμπεριαλιστικής Δύσης, ενώ τελικά εντάσσεται στους "μηχανικούς ανθρώπινων ψυχών" πράγμα που συνοψίζει τη στάση πάρα πολλών καλλιτεχνών της εποχής, οι οποίοι τελικά υποτάχθηκαν....

Στο τρίτο κεφάλαιο βρισκόμαστε στην δεκαετία του '60 και στην περίοδο αποσταλινοποίησης της ΕΣΣΔ από τον Χρουτσόφ.  Ο Σοστακόβιτς αναλογίζεται την αδυναμία του να εμποδίσει την άνευ όρων αφομοίωσή του από το -φαινομενικά- διαφοροποιημένο καθεστώς.  Συνειδητοποιεί ότι η στάση του σημαίνει απόλυτη απεμπόληση ακόμα και του ύστατου δικαιώματος αυτονομίας, αφού πλέον εγγράφεται στο κόμμα και προς αντάλλαγμα διορίζεται στη θέση του Προέδρου της Ένωσης Σοβιετικών Συνθετών με τιμές και δόξες...

Οι σχέσεις του με το καθεστώς έχουν αποκατασταθεί.  Συνθέτει φιλολαϊκή μουσική κι εμψυχώνει τους στρατιώτες και την εργατική τάξη.  Ο Αλεξαντερ Σολζενίτσιν, γνωστός αντιφρονών του καθεστώτος είχε αποκαλέσει "τραγική ιδιοφυΐα, αυτόν τον αξιολύπητο Σοστακόβιτς"!  Η τέχνη του που από κανέναν δεν αμφισβητήθηκε -εκτός του Στάλιν- δεν στάθηκε αιτία να του χαριστεί κανένας. Έζησε βυθισμένος στην ταπείνωση, την ντροπή ως τα γεράματα, προφανώς με την ελπίδα ότι ο θάνατος θα απελευθέρωνε τη μουσική του από την ταπεινωμένη -στον φόβο και τον συμβιβασμό- ζωή του.

Άραγε αν μείνει η μουσική στα συρτάρια, θαμμένη για χρόνια, τί θα γίνει; Θα γίνει καλύτερη; Θα γίνει περισσότερο κατανοητή;  Μήπως συνθέτοντας μουσική, κάνοντας τέχνη, μπορεί κάποιος να ακουστεί πάνω από τον αχό της εποχής;  Μήπως κέρδιζε τελικά την κατανόηση της Ιστορίας; Μήπως τελικά αυτήν την κατανόηση την κέρδισε, γιατί εάν ο Συνθέτης έπρατε διαφορετικά, θα μπορούσε να έχει εξαφανισθεί απο το χάρτη; Μα για ποιόν χάρτη όμως μιλάμε; Μάλλον αυτόν που χάραξε ο πόλεμος...

Τετάρτη 6 Απριλίου 2016

απο το αγαπημένο FRACTAL και τη στήλη ΕΝΤΕΧΝΩΣ


"Δεν είμαι η αδελφή μου"


Γράφει η Ιουστίνη Φραγκούλη – Αργύρη //

den_eimaiΈνα νεανικό μυθιστόρημα με τίτλο «Δεν είμαι η αδελφή μου»(εκδόσεις Μίνωας)  είναι το τελευταίο πόνημα της δημοσιογράφου-συγγραφέως Μαίρης Σάββα-Ρουμπάτη, η οποία καταθέτει την τεχνογνωσία της στις σχέσεις ανάμεσα στις έφηβες κοπέλες.

Πρόκειται για μια ιστορία από αυτές που φυτρώνουν στο χώρο της οικογένειας, γύρω μας, δίπλα μας και που αποτελούν εν τέλει μέρος της καθημερινότητας της δικής μας ή της διπλανής πόρτας.
Δυο κορίτσια σε ένα σπίτι, η Αλίκη και η Μαρία. Η πρωτότοκη είναι σε όλα τέλεια, πρώτη στο σχολείο, στη μουσική, νοικοκυρεμένη, οργανωτική και οργανωμένη. Ένα τέλειο κορίτσι που μεγαλώνει στην οικογένεια απολαμβάνοντας τα πρωτοτόκια, τον θαυμασμό και την αποδοχή του στενού αλλά και ευρύτερου περιβάλλοντός της. Χτίζει την αυτοπεποίθησή της και πορεύεται χωρίς να ασχολείται με τα μικρά καθημερινά πέριξ.
Η Μαρία με το συνηθισμένο όνομα είναι η δεύτερη της οικογένειας και έρχεται καταϊδρωμένη σε όλα. Ιδρώνει να τα καταφέρει στο σχολείο, βαριέται εύκολα, κρατάει το δωμάτιό της αναστατωμένο και διαρκώς ακούει παρατηρήσεις από όλους και για όλα. Επισύρει την μήνι της μητέρας της για τα λάθη της, ενώ υπομένει την πρωτιά της Αλίκης χτίζοντας μέσα της μια διαρκή διαμαρτυρία.
Ωστόσο, η Αλίκη του χρυσού θρόνου πέφτει θύμα της ευκολοπιστίας της και αρχίζει να συναναστρέφεται ένα σκοτεινό αγόρι με μαλλιά αφάνα και μηχανή, που προσπαθεί να την ρίξει στα δίχτυα της γοητείας του με σκοπό να την παρασύρει στα ναρκωτικά.
Η Μαρία με την παρέα του παιδικού της φίλου Πέτρου εξακολουθεί να παίζει ανέμελα στη γειτονιά. Σε μια αναζήτησή της στον κήπο ενός παλιού σπιτιού ανακαλύπτει πως πρόκειται για τη βάση μιας ομάδας εξωσχολικών παιδιών που παίρνουν ναρκωτικά, κάνοντας τα βαποράκια σε άλλα παιδιά του σχολείου.
Η Μαρία σύντομα, επίσης, αντιλαμβάνεται πως η αδελφή της κάνει παρέα με τον περίεργο μηχανόβιο, που δεν είναι κάτι άλλο παρά βαποράκι ναρκωτικών στη διαδρομή να πείσει την Αλίκη να δοκιμάσει τη γοητεία της αμαρτίας.
Η Μαρία με τη δυναμική βοήθεια του κυρ Αντώνη του επιστάτη καλεί την αστυνομία κι εξαρθρώνεται η σπείρα που ετοιμαζόταν να σπείρει το λευκό θάνατο σε ανήξερα παιδιά της εφηβείας. Έτσι κερδίζει τη θέση της στα μάτια της οικογένειας και του κοινωνικού συνόλου,  αποκτώντας την αυτοπεποίθηση που της έλειπε.
Το βιβλίο της Μαίρης Σάββα-Ρουμπάτη έχει πλοκή, σασπένς και αστυνομική σχεδόν αγωνία. Είναι καλογραμμένο και η ανάγνωσή του κυλάει με μιαν ανάσα.
Αυτό όμως που το κάνει να διαφέρει από άλλα νεανικά μυθιστορήματα του είδους, είναι ότι δεν πρόκειται για μια απλή περιπέτεια, αλλά για μια εμβριθή ψυχολογική ανάλυση σχετικά με τη θέση των παιδιών του ίδιου φύλου μέσα στην οικογένεια.

Μαίρη Σάββα-Ρουμπάτη
Μαίρη Σάββα-Ρουμπάτη

Οι μικρές ακυρώσεις της Μαρίας από τη  μεγαλύτερη αδελφή της την Αλίκη αλλά και η ελαφρώς αδιάφορη αντιμετώπισή της κυρίως από τη μητέρα της σε διάφορα ζητήματα που οι γονείς τα θεωρούν ασήμαντα αλλά είναι μείζονα για τις τρυφερές ηλικίες των παιδιών, δίνουν το πλαίσιο της διαφορετικής γονικής μεταχείρισης ανάμεσα στις δύο αδελφές.
Η μεγάλη έχει κατακτήσει το θρόνο της με την ικανότητα και τη γοητεία της. Η μικρή μιμείται τη μεγάλη αλλά δεν καταφέρνει να τη φτάσει. Η μεγάλη αδελφή εισπράττει τους επαίνους, η μικρή σκοντάφτει διαρκώς στις δεκάδες παρατηρήσεις. Η μεγάλη απαιτεί χρόνο και προσοχή, η μικρή δέχεται ό,τι περισσεύει.
Στο τέλος, αποδεικνύεται ότι η υπερπροστατευμένη Αλίκη πέφτει θύμα της ευπιστίας της, ενώ η Μαρία έχοντας αναπτύξει τις δικές της άμυνες, μαντεύει ευκολότερα τις δυσκολίες της ζωής.
«Δεν είμαι η αδελφή μου»,  ένα μυθιστόρημα για αγόρια και κορίτσια. Και προπάντων για γονείς που έχουν παιδιά του ιδίου φύλου στην εφηβεία. Μερικές φορές αποδεικνύεται πως τα εγχειρίδια της ψυχολογίας δεν είναι τόσο χρήσιμα όσο ένα μυθιστόρημα με πραγματικούς χαρακτήρες που δίνει το πλαίσιο των ψυχολογικών συσχετισμών μέσα στην οικογένεια και το κοινωνικό περιβάλλον.

Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2015

Τέφρα και Σκιά, τότε και σήμερα

Οι μεγάλες ανθρωπιστικές καταστροφές τριγυρνούν αυτόν τον καιρό στο μυαλό μας, με τους πρόσφυγες να παλεύουν στα κύματα του Αιγαίου, με συγκρούσεις να μαίνονται, με πολιτισμούς να καταρρέουν και με τον ορισμό του όρου "γενοκτονία" να έχει γίνει σημειο αντιπαράθεσης.  Δεν είναι καινούργια η έριδα.  

Κάποτε ζητήθηκε απο τον Harold Pinter να γράψει ένα έργο που να αναφέρεται στο Ολοκαύτωμα.  Με το "Ashes to Ashes" (Στάχτες στις Στάχτες, επι το ελληνικότερον) στην ουσία απάντησε οτι η μαύρη αυτή πτυχή της ευρωπαϊκής ιστορίας μπορεί να περιγραφτεί μόνον αποσπασματικά, με μνήμες διάφορες εδώ κι εκεί, βασισμένες σε μαρτυρίες, όχι σαν βιβλίο με σελίδες που ακολουθούν η μια την άλλη, με μια συνέχεια, μα σαν εικόνες αποτρόπαιες, παρμένες απο διάφορα παλιά φωτογραφικά άλμπουμ σκορπισμένα σε διάφορες χώρες και διαφορετικές εποχές. Όπως ακριβώς συμβαίνει σε κάθε οδυνηρή μνήμη του παρελθόντος και σε κάθε τραυματική εμπειρία.



Με τον τίτλο "Τεφρα και Σκιά" επανήλθε ο Pinter με το μονόπρακτό του κοντά μας αυτόν τον θεατρικό χειμώνα, βάζοντας τη Ρεβέκκα και τον Ντέβλιν να μας θυμίσουν οτι η κακοποίηση είναι κάτι φρικτό που δεν ξεχνιέται, κάτι ανατριχιαστικό απο το οποίο δεν ξεφεύγεις ποτέ, αλλά ταυτόχρονα πως ο άνθρωπος δεν ξεφεύγει από τη φύση του, μέσα στην οποία το στοιχείο της βίας ζει, επωάζεται και αναπνέει.


Ο Δημήτρης Καραντζάς που σκηνοθέτησε την παράσταση που μας καθήλωσε στις "Ροές" χρησιμοποιεί με τρόπο απέριτο και αριστοτεχνικό το γνωστό βρετανικό φλέγμα και μας παρουσιάζει τα δυο πρόσωπα να συνδιαλέγονται, να σιωπούν και εντέλει να σφαγιάζονται μπροστά μας, δίχως να χυθεί σταγόνα απο αίμα.  Δυο χαρακτήρες, εκείνη (η Ρεβέκκα) κι εκείνος (ο Ντέβλιν) καταθέτουν τη μαρτυρία τους για το μαζικό έγκλημα, με τον τρόπο που ο καθένας το διαχειρίζεται απο την πλευρά του.


Εκείνη (Εύη Σαουλίδου) με επιλεκτιμή μνήμη και με απάθεια που σε κάνει να αναρωτιέσαι για τα υποκριτικά της όρια, περιγράφει την κακοποίηση της, αναφέροντας μόνον όσα επιθυμεί, σαν ένας απλός θεατής του αισχρού εγκλήματος. Εκείνος (Χρήστος Λούλης) με επιλεκτική αμνησία και  με ενδιαφέρον που κινείται μόνον στα όσα τον αφορούν, της θέτει τα ερωτήματά του με τρόπο που πάλι σου επιβάλει να αναρωτηθείς, εάν τον σύζυγο, τον ενδιαφέρει κάτι πιο ουσιαστικό αλήθεια εκτός απο το ότι η "κακοποίηση" είναι κάτι που εντάσσεται στο βίο της συζύγου του πριν απο τη σχέση και τη γνωριμία τους, ή όχι...

Με πόσο χιούμορ αλήθεια θέτει αυτό το στοιχείο του χαρακτήρα του Ντέβλιν ο Πίντερ! Εμβαθύνει δε ακόμη περισσότερο στο χαρακτήρα του άνδρα, που τον βάζει να γίνεται και ο ίδιος σαδιστής, ώστε να γίνει και εραστής της ξανά. Ταυτόχρονα ένα συναίσθημα υποδόροιας βίας κατακλύζει τα πρόσωπα -το νοιώθω σαν θεατής- και ο διάλογός τους μεταφέρει παντού την ανησυχία οτι  όλο αυτό το έγκλημα μπορεί και πάλι να συμβεί και να ξανασυμβεί, λίγο πιο πέρα, λιγο πιο μακριά, ή λιγο πιο κοντά μας, στη δική μας χώρα, στη γειτονική, ή σε μια άλλη στην άλλη πλευρά του πλανήτη.  Τελικά δεν είμαι σίγουρη εάν η ίδια η Ρεβέκκα ήταν θύμα -άλλωστε πολύ νέα είναι για κάτι τέτοιο- ή απλώς ταυτίζεται με τα θύματα της βίας και περιγράφει -με την απάθεια της κοινωνίας- τα δεινά τους...


Η πολιτική είναι ένα στοιχείο που διαπνέει το κείμενο όσο κι αν δεν το μαρτυράει ευθέως. Οι λέξεις κάνουν πως στέκονται σε μια προσωπική μνήμη, μα είναι κι εκείνες οι μακρές σιωπές που δεν μπορούν να κρυφτούν πουθενά και μαρτυράνε πως η μνήμη είναι συλλογική και όλους τους βαραίνει.

Το χώμα που πατούν οι πρωταγωνιστές, είναι μια άμμος ψιλή και κάπως ανοιχτόχρωμη.  Μου τραβάει την προσοχή και σκέφτομαι πως οι δυο τους κάπου περνούσαν καλά κι αμέριμνα, καθισμένοι σε αναπαυτικές πολυθρόνες, μα ήρθε εκείνη η κακιά στιγμή που λένε που το θερμόμετρο της κουβέντας ανέβηκε και ένα θέμα ταμπού τους εκνεύρισε.  Εντάξει όμως, είναι εύκολο να μιλάς για μεγάλα εγκλήματα του παρελθόντος κρατώντας ένα ποτό στο χέρι, φορώντας ένα μακρυ φόρεμα, ή κάτι τέτοιο, και να μην κρυώνεις στα κρεματόρια.... 

Η παράσταση έρχεται να μας τα θυμήσει όλα αυτά, να μας βάλει να σκεφτούμε, να σκεφτούμε τα λόγια που ο Ντέβλιν και η Ρεβέκκα δεν θέλουν να πουν γιατί ο καθένας τους θέλει να θυμηθεί κάποια συγκεκριμένα, ή τα ξεχάσει κάποια άλλα.  Το παιχνίδι της λήθης και της επιλεκτικής μνήμης έρχεται κι επανέρχεται και το -εκπαιδευμένο είναι η αλήθεια- κοινό συμμετείχε απόλυτα, τεντώνοντας τα αφτιά του στις καταιγιστικές σιωπές, παραμένοντας συνεχώς σε εγρήγορση, για να "ακούσει" όσο το δυνατό περισσότερα.

Παρασκευή 26 Ιουνίου 2015

Σόδομα και Γόμορρα

Ταξίδι στα σύγχρονα Σόδομα δεκάδες αιώνες μετά την βιβλική καταστροφή με πήγε η Ιωάννα Μπουραζοπούλου με την πρωτότυπη ιστορία και το βιβλίο της "Τι είδε η γυναίκα του Λωτ", για το οποίο δεν έγινε πολύς λόγος  όταν είχε γραφτεί.  Μου αρέσει να διαβάζω τις ιστορίες όταν έχουν κρυώσει, όταν έχουν χάσει το άρωμα της δοξαστικής, ή σκληρής επικαιρότητας, γιατί τους δίνω το δικό μου άρωμα.  Έτσι λοιπόν, διάβασα σήμερα, αυτό το βιβλίο που κυκλοφόρησε το 2007.

Συμφωνώ τελικά οτι "η πραγματικότητα μπορεί να μην είναι παρά μια ομαδική παραίσθηση" , όπως η εικόνα που στήθηκε από την συγγραφέα, όταν ένα ρήγμα, μια μετατόπιση στα έγκατα της Νεκράς Θάλασσας, προκαλεί κάτι σαν τσουνάμι και αλλάζει οριστικά το γεωγραφικό ανάγλυφο της γης, βυθίζοντας κάτω από το νερό όλες τις παράκτιες ασιατικές, αφρικανικές κι ευρωπαϊκές χώρες.  Ύστερα, μια νέα εξουσία αναδύεται, μια αποικία ανθρώπων δημιουργείται και οι κάτοικοί της την ακολουθούν, υποτάσσονται,  τηρώντας πιστά κάποιους κανόνες.  

Οι κανόνες καθορίζονται από μια απρόσωπη Κοινοπραξία που έχει έδρα στο Παρίσι, το οποίο είναι πλέον παραθαλάσσιο και στόχος είναι η εκμετάλλευση του μυστηριώδους βιολετί αλατιού που αναβλύζει στην περιοχή του ρήγματος.  Ολόκληρη η αποικία, οι κάτοικοι με τις ζωές τους και την καθημερινότητά τους λειτουργούν για να έρθει αυτός ο πλούτος στο φως, να κάνει τους πλούσιους πιο πλούσιους.  Οι ίδιοι, σαν άοκνα μυρμήγκια μέσα στην αποικία-κλουβί, συνεχίζουν υποταγμένα τη δουλειά τους όπως προβλέπεται και δεν διαταράσσουν την καταπιεστική ζωή τους, ούτε καν με μια σκέψη φυγής από το ζοφερό, υγρό και χωρίς οξυγόνο περιβάλλον στο οποίο βρέθηκαν.

Το σκηνικό θυμίζει Οργουελ και οδηγεί μετά από περιπλάνηση στο σκοτεινό σημείο όπου κρύβεται η συνειδητοποίηση οτι ο εφιάλτης δεν είναι εκεί έξω αλλά βαθιά μέσα στον καθέναν από εμάς.   

Έξι υψηλόβαθμοι υπάλληλοι, ένας Γάλλος, ένας Ισπανός, ένας Μαυροβούνιος, ένας Τούρκος, μια Βρετανίδα κι ένας Ιταλός, ζουν τις εφιαλτικότερες μέρες τους, αν και διακεκριμένοι πολίτες αυτής της ιδιότυπης "χώρας", όταν για πρώτη φορά μετά από είκοσι ολόκληρα χρόνια ταπεινωτικής υποταγής στον εξουσιαστή του τόπου, αναγκάζονται να αναλάβουν δράση όταν εκείνος θα βρεθεί νεκρός.  Μα και οι ίδιοι αυτοί δεν είναι τίποτε άγιοι.  Ένας πρώην απατεώνας είναι σήμερα δικαστής, ένας πρώην εγκληματίας είναι σήμερα ιερέας, μια πρώην πόρνη είναι η σύζυγος του βασιλιά.  Αυτή η εκδοχή του μέλλοντος δεν είναι καθόλου αισιόδοξη αλλά η συγγραφέας καταφέρνει να σε κάνει να αγαπήσεις του ήρωες της και να τους συμπονέσεις στη δύσκολη στιγμή τους -όταν ζουν μέσα σε κλίμα νοσηρής καχυποψίας, παράλογης ενοχής και ανεξέλεγκτου φόβου- παρά την αηδία που μπορεί να σε κάνει να νοιώσεις το σκοτεινό τους παρελθόν.

Το τι ακολουθεί, αποτελεί ένα εκρηκτικό μείγμα φαντασίας, σύγχυσης και κινηματογραφικής διάθεσης με εναλλαγή δυνατών συναισθημάτων και  έντονων εικόνων με πλούσια τραγικότητα και χιούμορ ενίοτε, όπως το κάψιμο του πτώματος του κυβερνήτη και η αδυναμία του να καεί στο φούρνο των ανακτόρων, η κλοπή του θησαυρού  -που όλοι μέσα τους τελικά ονειρεύονταν, προς τιμωρία της Κοινοπραξίας που το εκμεταλλεύεται- καθώς μεγάλες ποσότητες από την παραγωγή του μυστηριώδους βιολετί αλατιού μεταφέρονται με βασανιστικό τρόπο μέσα στη φονική έρημο.  

Μα και ίδιο το πέρασμα τελικά αυτής της ερήμου, είναι σημειολογικά μια κορυφαία στιγμή της ιστορίας, μιας και ήταν το απαγορευμένο όριο, που προηγουμένως, θεωρείτο θανατηφόρο από τους αποίκους...  Ίσως τελικά τα Σόδομα και Γόμορρα είναι ταυτόχρονα πηγή πλουτισμού για κάποιους και αφορμή για υπέρβαση γι άλλους.  Τότε και τώρα.  

Όχι, δεν είναι μια ιστορία επιστημονικής φαντασίας, αν και εύκολα θα μπορούσε. Είναι ένα απότομο ξύπνημα -όπως αυτό που έζησαν οι ήρωες της ιστορίας- μόνο που αυτή τη φορά αφορά το ελληνικό μυθιστόρημα, που σπανίως βλέπει τη συνολική εικόνα του κόσμου απο μακριά, σπανίως βλέπει τον κόσμο παγκόσμιο.  Συνήθως φοράει μεγενθυτικούς φακούς, κάνοντας την κουκίδα του χωριού μας το κέντρο του κόσμου.  

Η Ιωάννα Μπουραζοπούλου ναι, μπορεί να καυχιέται οτι έβγαλε τους φακούς και μαθαίνει στον αναγνώστη της να το κάνει κι αυτός.



Τρίτη 15 Ιουλίου 2014

Διαδρομές συναισθημάτων

Η τέχνη του να είσαι γονιός δεν σπουδάζεται και επειδή λένε οτι είναι και η δυσκολότερη, ποτέ δεν θεωρείς οτι τα ξέρεις όλα, όσα παιδιά και να έχεις κάνει, όσα χρόνια κι αν έχουν περάσει.  Κι επειδή γονιό δεν σε κάνουν τα σχολεία και σε κάνουν τα παιδιά, ψάχνεσαι κι εσύ πάντοτε σαν παιδί να βρεις κάτι καινούργιο, κάτι διαφορετικό για την επόμενη φάση  -ηλικιακής εννοώ-  αυτής της μεγάλης τέχνης.

Διάβασα πρόσφατα τα "Παθήματα Γονέων" των εκδόσεων ΑΡΜΟΣ, που συνυπογράφουν οι Γ.Κισσας και Χ.Μιχαλοπούλου.   Έχει πάντοτε ενδιαφέρον ένας διάλογος με ψυχοθεραπευτές, γιατί δίνει ευκαιρίες για να ψάξεις παραμέσα και λίγο παραμέσα κάθε φορά.   Ακόμα κι αν στους διαλόγους δεν συμμετέχεις, είσαι δηλαδή ο τρίτος, ο ωτακουστής, ή ίσως και ο  παθητικός αναγνώστης, πάλι κάπου θα βρεις τα σημεία που κάτι έχουν να σου πουν.

Οι δύο συνυπογράφοντες λένε οτι η παράφραση του τίτλο απο "μαθήματα γονέων" σε "παθήματα γονέων" δεν είναι τυχαία. Στο οπισθόφυλλο τονίζουν οτι "ενώ οι πληροφορίες για την αναπτυξιακή πορεία των παιδιών είναι πολλές κι εύκολα προσβάσιμες, οι βιωματικές εμπειρίες των γονιών είναι πάντα προσωπικές" .  Με λίγα όγια λένε οτι απο την ώρα που το ζευγάρι ονειρεύεται ένα παιδί ξεκινά η διεργασία αναβίωσης της δικής του παιδικής ηλικίας.

Γι αυτό και στο βιβλιαράκι αυτό έχουν επιχειρήσει να καταγράψουν παθήματα γονέων που συμμετείχαν σε τέσσερεις συναντήσεις με ψυχολόγους - ψυχοθεραπευτές που δουλεύουν με γονείς και οικογένειες.  "Είναι μοναδικές και πολύτιμες προσωπικές καταθέσεις για την κατανόηση των παθών και διατρέχουν όλα τα αναπτυξιακά στάδια των παιδιών μέχρι την εφηβεία", λένε οι συνυπογράφοντες.

Δεν διαφωνώ οτι κάθε κατάθεση απο κομμάτια ζωής είναι σημαντική.  Βρήκα το κειμενάκι ενδιαφέρον στην προσπάθεια να παρουσιαστούν κάποια ψίγματα  που θα "υποψιάσουν" τους αναγνώστες-γονείς για το τί άβυσσος είναι η ψυχή ενός παιδιού, ή ενός εφήβου.  Γιατί μέσα στον ωκεανό της ψυχής αυτής, μόνο ψίγματα είναι αυτά που παρουσιάζονται.  Βεβαίως, κάθε προσπάθεια είναι θετική εάν το αποτέλεσμά της είναι να "υποψιαστεί" ο αναγνώστης για αυτό στο οποίο στοχεύει.

 Ιδιαιτέρως οι γονείς εφήβων, "αγωνίζονται" καθώς κοντά στα βλαστάρια τους αναβιώνουν τις δικές τους μνήμες «επί της ήβης». Όσο οι έφηβοι παλεύουν ανάμεσα στην πλήρη αυτονομία και την παλινδρόμηση στην εξάρτηση, τόσο οι γονείς διαπραγματεύονται τα δικά τους ανάλογα θέματα. Η εφηβεία αποτελεί αφ΄ εαυτής μια διακοπή της ήρεμης ανάπτυξης. Τι σημαίνει η ρήξη αυτή για τους γονείς; Πώς νιώθει ο γονιός για το νέο, σεξουαλικά ώριμο σώμα του παιδιού του, που αντικρίζει; Πώς επεξεργάζεται την αμφίθυμη στάση του εφήβου ως προς το πού ανήκει; Πόση επίγνωση έχει για την προέλευση του θυμού του/της όταν η έφηβη κόρη δεν τρώει; Αντέχει τη βία του παιδιού του;

Όμως, ειδικοί στον τομέα ψυχοθεραπευτικών μεθόδων, για τους οποίους δαπανά κανείς χρόνο ανάγνωσης -στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι και γονέας άρα ο χρόνος είναι ακόμη πιο αυστηρά περιορισμένος- δεν θα έπρεπε ίσως να σταθούν μόνον στην απλή καταγραφή διαλόγων.  Κι ούτε βεβαίως συνιστά συγγραφή, η απομαγνητοφώνηση διαλόγων με τους ενδιαφερόμενους γονείς.

Το πόνημα έχει να κάνει -το αναφέρει και στο εξώφυλλο- με τις συναισθηματικές διαδρομές των γονιών, καθώς τα παιδιά τους μεγαλώνουν.  Αν κάτι μένει στον αναγνώστη λοιπόν κυρίως είναι αυτό. Ότι η διαδρομή ειναι των γονεων.  Τα παιδιά θα τη διανύσουν έτσι κι αλλιώς γιατί θα μεγαλώσουν, αυτό είναι σίγουρο.  Το θέμα είναι να την διανύσουν και οι γονείς  , για να συμβάλουν στο μεγάλωμα αυτό, χωρίς να δράσουν κατασταλτικά στην αναπτυξιακή πορεία των παιδιών τους.  Ευχαριστώ λοιπόν, για το μήνυμα, αλλά έχοντας μάθει να διαβάζω βιβλία, ψάχνω μέσα τους κάτι περισσότερο απο αυτό που μου λένε οι τίτλοι και οι υπότιτλοι.  Εχω ανάγκη κάτι πιο βαθύ, κάτι όχι τόσο πρόχειρο, όπως η απλή καταγραφή μαγνητοφωνημένων διαλόγων.