Μια συγκλονιστική ιστορία ενηλικίωσης με φόντο κοινωνικοπολιτικά γεγονότα των τελευταίων δεκαετιών, υπο τον ήχο ενός πολέμου, μιας σφαγής στη βαλκανική γειτονιά μας, είναι η νουβέλα του Ακη Παπαντώνη «Η τελευταία αρκούδα του δάσους». Το βιβλίο έλαβε Κρατικό Βραβείο στην κατηγορία του Διηγήματος, που ανακοινώθηκε μόλις τρεις ημέρες αφότου γράφτηκε αυτό το άρθρο.
Την ιστορία αφηγείται ο Θοδωρής, φοιτητής στη Θεσσαλονίκη, που παρατηρεί τα γεγονότα γύρω του, αναρωτιέται για πολλά, ακούει τις σιωπές, παρατηρεί τις μεταμορφώσεις της μάνας και του αδελφού του Νίκου και προσπαθεί να βρει απαντήσεις στα ερωτήματα που τον βασανίζουν. Το ίδιο κάνει και ο αναγνώστης μαζί του.
Συμπρωταγωνιστεί ο
μεγαλύτερος αδελφός του ο Νίκος που δεν ζει κοντά του αλλά κατά ένα τρόπο είναι
πάντοτε εκεί γι αυτόν, μολονότι κρατάει την προσωπική του ζωή μακριά. Ο μικρός δεν του κάνει επικίνδυνες ερωτήσεις και
ο Νίκος δεν κάνει αποκαλύψεις για τη δράση του. Σταθερή παρουσία η μάνα,
ποτισμένη με την πίκρα της φυγής κι εξαφάνισης του πατέρα των δυο αγοριών από
τότε που ήταν μικρά. Μεγάλωσαν με τη μάνα τους και τη στήριξη του παππού
κουβαλώντας πάντοτε το τραύμα της απουσίας του πατέρα. Η ιστορία οικοδομείται σταδιακά, ο φοιτητής
Θοδωρής παίρνει μεταγραφή για την Αθήνα, πάντοτε τον βασανίζει η απουσία πατέρα
και αδελφού. Ο Νίκος γίνεται Νικηφόρος, εμφανίζεται κι εξαφανίζεται στη ζωή του
μικρού, αποφεύγει να δίνει εξηγήσεις και πάντα διατηρεί την απόσταση με τη μάνα,
που διαρκώς σωπαίνει.
Βυθισμένος σε έναν κάπως
ανώριμο εθνικισμό ο Νικηφόρος εντάσσεται στον Λαϊκό Σύνδεσμο και με τα υπόλοιπα
μέλη της Ελληνικής Εθελοντικής Φρουράς παίρνουν μέρος στον πόλεμο στη Βοσνία,
πολεμούν ενάντια στους εχθρούς της Ορθοδοξίας και της Μεγάλης Ελλάδας. Η οδύνη
για την πολιορκία του Σεράγεβο και τη σφαγή της Σρεμπρένιτσα στο φόντο μιας
οικογενειακής ιστορίας λειτουργεί ως σύμβολο και για τον καθέναν από τους ήρωες
ξεχωριστά. Η μάνα καπνίζει συνεχώς και σωπαίνει ηχηρά μπροστα στην πορεία του
εθνικόφρονα Νικηφόρου, η ψυχή της όμως γίνεται κομμάτια θρηνώντας για όλα, για
τον σύζυγο που τους εγκατέλειψε, για το μεγάλο της γιο που ξοδεύει άσκοπα τη
ζωή του, για τον μικρό της που ψάχνει για πυξίδα. Η μάνα μοιρολογεί για όλους, νοιώθεις πως
είναι ο χορός σε μια τραγωδία, μοιρολογεί σιωπηρά χωρίς φωνή, μοιρολογεί για τη
ζωή που χάνεται, για τα παιδιά της, για τα παιδιά των άλλων που θανατώθηκαν,
για τις ιδέες που εξαπλώθηκαν, για την Ελλάδα…
Τοποθετώντας την ιστορία
του επάνω στον καμβά με τον πόλεμο της Βοσνίας, ο Ακης Παπαντώνης στρέφει το
βλέμμα του αναγνώστη στις εθνικιστικές πτυχές που έγιναν αιτία για να
συσσωρευθεί μίσος και οργή στην περιοχή, καθώς όπως είναι γνωστό, αρκετοί ήταν
οι εθελοντές από γειτονικές χώρες που αναμείχθηκαν στον πόλεμο αυτό. Πολεμώντας
σε έναν πόλεμο που δεν ήταν δικός τους, έναν πόλεμο που χαρακτηρίστηκε ως
εθνοκάθαρση, άνθρωποι σαν τον Νικηφόρο βοήθησαν στη δημιουργία πυρήνων
εθνικιστών σε όλη την Ευρώπη. Ζωές καταστράφηκαν, σοβινιστές αναθάρρησαν και
νεοναζιστικές ιδεολογίες εξαπλώθηκαν παντού.
Σε κάθε κεφάλαιο ο
συγγραφέας βάζει κάποιο απόσπασμα μαρτυρίας από τα πρακτικά του Διεθνούς
Ποινικού Δικαστηρίου για την Πρώην Γιουγκοσλαβία. Η σκέψη του αναγνώστη
επιστρέφει στις μαρτυρίες εκείνης της εποχής που έβλεπαν, ή δεν έβλεπαν
-αναλόγως με το ποιος διακινούσε την πληροφορία- τα φώτα της δημοσιότητας. Ετσι, πολύ έντεχνα αναμειγνύει την πραγματική
βαλκανική τραγωδία με μια μυθοπλασία, μια επινοημένη ιστορία οικογενειακών
σχέσεων. Τα γυναικόπαιδα που σφαγιάσθηκαν και βρέθηκαν σε ομαδικούς τάφους στην
Σρεμπρένιτσα είναι αποτέλεσμα ενός ανίερου πολέμου. Βουβός και ο θρήνος της μάνας του Νικηφόρου,
κι ας λέει τόσα με τη σιωπή της.
Ο Νίκος γίνεται «η τελευταία αρκούδα του δάσους» που φυλάει σκοπιά για να προστατέψει το μικρό του αδελφό, αλλά η δράση του με τους ακραίους εθνικιστές, συνάδει άραγε με την έννοια «προστατεύω», ή «φροντίζω κάποιον», ή έστω τον «απομακρύνω από πιθανό κίνδυνο»?
Άραγε ο Θοδωρής, με τίμημα την προστασία βλέπει καθαρά, ή όχι -ή μήπως δεν είναι διατεθειμένος να δει- την αλλαγή που έχει συντελεστεί στην προσωπικότητα του αδελφού του?
Μήπως τελικά τον ενδιαφέρει πολύ λιγότερο η
περίπτωση ενός αδελφού με δημοκρατικές πεποιθήσεις μακριά από βίαιες
συμπεριφορές, από έναν αδελφό που μπορεί να πιστεύει ότι θέλει, αλλά οφείλει να
είναι δίπλα του?
Ο Ακης Παπαντώνης δεν χρειάζεται να "εξηγήσει" πολλά. Τα λέει όλα χωρίς να τα πει. Κι ούτε χρειάζεται βραβεία για να αναγνωριστεί η συγγραφική του δεινότητα. Οι αναγνώστες τον βραβεύουν απο μόνοι τους.