Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2025

Αυγή. Μια ιστορία θαμμένη στην πρόσφατη μνήμη

Γνωρίζω τον Σπύρο Πετρουλάκη από την πρώτη επαφή που είχε με τις λέξεις στο χαρτί. Από τότε που συστήθηκε στο αναγνωστικό κοινό με το «Παράθυρο της Νεφέλης» κάτω από την κοινή μας ζεστή εκδοτική στέγη. Συγκινούσε πάντοτε ο Σπύρος, με τον τρόπο που περιγράφει τον κόσμο γύρω του. Ύστερα ήρθαν άλλες ιστορίες όπως η «Εξομολόγηση», η «Παναγία της Φωτιάς», ο «Σασμός», η «Κληρονομιά», το «Ναυάγιο», η «Αμαλία» και άλλα.

Με το νέο του πόνημα όμως αγγίζει ένα μεγαλύτερο τραύμα, έναν εθνικό πόνο, για πολλούς από εμάς μια terra incognita κυρίως σε ότι αφορά τη διάρκεια των σχολικών μας χρόνων, πρώτον γιατί η περίοδος του Εμφυλίου ήταν ανύπαρκτη στην διδασκόμενη Ιστορία -η γενιά μου ειδικά την έμαθε διαβάζοντας εξωσχολικά αργότερα- και δεύτερον γιατί πολλές οικογένειες στην Ελλάδα ακόμα και σήμερα αποφεύγουν να μιλούν γι αυτό το θέμα. Αποφεύγουν ακόμα, γιατί ο πόνος που βίωσαν σε πολλές περιπτώσεις, ήταν τέτοιος που τις έκανε να σωπάσουν, να ντραπούν, ν’αηδιάσουν. Για δεκαετίες δεν άντεχαν να εξιστορούν στα παιδιά τους, πώς αδέλφια πολεμούσαν και βασάνιζαν τα αδέλφια τους. Πώς οι πατεράδες τους έκαναν κακό σε άλλα παδιά που ήταν φιλαράκια τους, ή πώς κάποια γειτονάκια τους άφησαν το παιχνίδι στο δρόμο για να καταδίδουν τον απέναντι, τον ξάδερφο, τον παππού. Δεν ήθελαν να παραδεχθούν πώς την μεγάλη χαρά της αποχώρησης των κατοχικών στρατευμάτων της Γερμανίας από την Ελλάδα το 1944, την ακολούθησε ένας ζόφος χειρότερος, ένας θάνατος αργός και πιο βίαιος για όλους, ένα απάνθρωπο συναίσθημα που ρίζωσε το μίσος που καμμιά φορά ακόμα και τώρα, υποβόσκει και ταλανίζει την ελληνική κοινωνία.

Εχουν γραφτεί αρκετά πια, ώστε μάθαμε οι νεότεροι κι αρχίσαμε να ρωτούμε τους παλιότερους. Κι έτσι με τη σειρά τους κι εκείνοι βγήκαν λίγο-λίγο από τη σιωπή τους, άλλοτε παραδεχόμενοι φρικτά λάθη, άλλοτε εξηγώντας τα ανεξήγητα κι άλλοτε εκφράζοντας παλιά και περασμένα πάθη.

«ΑΥΓΗ, το θαμμένο τετράδιο» είναι ο τίτλος του βιβλίου του Σπύρου Πετρουλάκη από τις εκδόσεις ΜΙΝΩΑΣ και πριν κάποιοι προτρέξουν να βάλουν στο μικροσκόπιο την εμπορική αξία μιας ιστορίας που θα μπορούσε να γίνει και πάλι σήριαλ, ας δουν κατάματα μια αλήθεια: Κάποιοι άνθρωποι που δεν έχουν τη συνήθεια να ψαχουλεύουν θησαυρούς στα ράφια των βιβλιοθηκών και των βιβλιοπωλείων, θα μπορέσουν να αφουγκραστούν μερικές αλήθειες  που -για χρόνια- δεν λέγονταν εύκολα.

Η Αυγή είναι η ηρωίδα  που μας μεταφέρει στο Παλαιό Τρίκερι Μαγνησίας, τότε τόπο εξορίας. Το όνομα δεν είναι τυχαίο. Σημαίνει χάραμα, ξεκίνημα, ανατολή. Η 16χρονη Αναστασία μπαίνοντας στον κόσμο των ενηλίκων, κάνει μια νέα αρχή στη ζωή της, όταν ανακαλύπτει το θαμμένο τετράδιο της Αυγής μέσα σε μια κουφάλα ενός δένδρου στο μικρό νησί του Παγασητικού κόλπου, όπου πέρασαν μερικές ημέρες -βαρετών μέχρι εκείνη τη στιγμή- διακοπών με τη μητέρα και τον πατέρα της. Ξαφνικά η ζωή της απέκτησε νόημα, λες και η φύση εκεί, συνωμότησε για να της κάνει αποκαλύψεις.

Βρέθηκαν θαμμένα τετράδια κάποτε στους τόπους εξορίας. Τετράδια γεμάτα μαρτυρίες εξόριστων στο Τρίκερι Μαγνησίας, τη Μακρόνησο, τη Γυάρο… Έτσι πολλά ήρθαν στο φως, σώθηκε άμεσο υλικό από τη μαύρη αυτή περίοδο, και με τον τρόπο αυτό, η ιστορία του Σπύρου αγγίζει ευθαρσώς την πραγματικότητα. Το τετράδιο που ανακαλύπτει τυχαία η Αναστασία τυλιγμένο με προβιά ζώου γίνεται ο κινητήριος μοχλός της πλοκής. Συστήνεται αμέσως με την ηρωίδα από την πρώτη παράγραφο που διαβάζει στις φθαρμένες από το χρόνο σελίδες:

«Το όνομά μου είναι Αυγή. Αυγή, σκέτο. Γεννήθηκα στις 25 Νοέμβρη του 1931 στα περίχωρα της Λαμίας, βρίσκομαι σε τούτο το νησί περίπου έναν χρόνο. Με έφεραν εδώ τον Ιούνιο του 1949 μαζί με άλλες αγωνίστριες. Το Παλαιό Τρίκερι όμως δεν είναι τόπος εξορίας, είναι τόπος κολάσεως. Είναι η ίδια η κόλαση πάνω στη γη. Όχι το νησί ασφαλώς, αλλά οι άνθρωποι που κρατάνε τις τύχες μας στα χέρια τους. Οι δεσμοφύλακές μας. Αυτοί είναι η κόλασή μας».

Από εκείνη τη στιγμή παρακολουθούμε την ιστορία της Αυγής, κάθε λεπτό της ζωής της και μαζί με αυτό και την μαύρη σελίδα στην Ιστορία της Ελλάδας. Γιατί δεν είναι μόνο η Αυγή, ή Κατερίνα, ή Αντιγόνη, ή Μαρία… Είναι όλες οι ελληνίδες και όλοι οι έλληνες που ξεφτιλίστηκαν για μια υπογραφή μεταμέλειας, ή άλλοι που έχασαν τον εαυτό τους βασανίζοντας το γιό της αδελφής τους, τη θεία ή τον θείο τους, τα εγγόνια της γειτόνισας, ή ακόμη και τα ίδια τα παιδιά τους.

Οι απορίες της νεαρής Αναστασίας είναι εύλογες και ζητούν απαντήσεις. Τις αναζητά μαζί με τους γονείς της, τον Ηλία και τη Μαριλένα, αλλά και με τον παππού Γιώργο που βρίσκεται πιο κοντά στην υπόθεση, όχι μόνον λόγω ηλικίας, αλλά και λόγω επαγγέλματος. Είναι ιστορικός.  Η ανάγνωση των σημειώσεων της Αυγής, ξετυλίγουν τον έρωτά της για τον Αιμίλιο με τον οποίο γνωρίστηκαν στο αντάρτικο στα βουνά, αλλά χωρίστηκαν βίαια για να υποστούν φρικτά βασανιστήρια σε ένα από τα κολαστήρια της εποχής.  Το ένα στοιχείο οδηγεί στο άλλο και το κουβάρι του νήματος όλο και ξετυλίγεται και όσο αυτό ξετυλίγεται τόσο η ιστορία «δένεται» με την πορεία της οικογένειας της Αναστασίας και κυρίως τον πατέρα της που κρατάει χρόνια ένα μυστικό.  Όλο αυτό το μπλεγμένο γαϊτανάκι είμαι σίγουρη, δεν έγινε για λόγους μυθοπλασίας και μόνο.  Άπτεται της ιστορικής πραγματικότητας γιατί εκείνη την περίοδο θύτες και θύματα ήταν συχνά κάτω από τον ίδιο οικογενειακό περίγυρο.

Τα ερωτήματα θα απαντηθούν καθώς το «Ημερολόγιο Εξορίας» προχωρεί με λεπτομέρειες μέχρι το σήμερα, μέσα απο αφηγήσεις που ξεκινούν από το 1942, όταν ακόμη οι γερμανοί βρίσκονται στην Ελλάδα και η ηρωίδα δεν είχε ακόμη μετονομαστεί σε «Αυγή» από τους συναγωνιστές της. 

Η πλοκή δείχνει περίτρανα ότι στη ζωή, δεν υπάρχει άσπρο-μαύρο.  Το καλό και το κακό συνυπάρχουν και δείχνουν εναλλακτικά τα πρόσωπά τους. Εκτός των ηρώων γίνονται αναφορές σε ορισμένα γνωστά πρόσωπα γνωστά από την Ιστορία της εποχής, όπως η αγωνίστρια εκπαιδευτικός Ρόζα Ιμβριώτη που την εποχή του Εμφυλίου ήταν εξόριστη στο Τρίκερι και παρά τα βάσανά της, έκανε αγώνα να κρατήσει ανοιχτό και ιστορροπημένο το μυαλό των εξόριστων, διδάσκοντάς τους καθημερινά, ή και ο γιατρός Γεώργιος Καραμάνης ο οποίος, χωρίς διακρίσεις και αφοσιωμένος στον «άνθρωπο», χωρίς τεράστιους οικονομικούς πόρους, αφιέρωσε την επιστήμη και τη ζωή του στη λειτουργία του σανατόριου στα Χάνια του Πηλίου,  σώζοντας πολλούς ασθενείς.


Δεν υπάρχουν σχόλια: